«Κάτσε να φυλάς τη βάρκα», την πρόσταξε και έπειτα βούτηξε με τους μαθητευόμενους για να τους δείξει τον ύφαλο με τα κοράλλια. Εκείνη τα ‘χε δει πολλές φορές στο παρελθόν μαζί του. Ειδικά τότε, στην αρχή του φλερτ τους, την ξεμονάχιαζε με κάθε ευκαιρία σε υφαλοκρηπίδες, μυστικές παραλίες και θαλάσσιες σπηλιές. Απ’ όταν ανέλαβε βοηθός του στη σχολή καταδύσεων, κόπηκαν οι πολλές «εξορμήσεις». Είχαν περάσει και δυο χρόνια, είχαν κοπάσει κι οι ορμές, ξέμεινε να φυλάει μόνη της τη βάρκα με τον εξοπλισμό και τις περίσσιες μπουκάλες οξυγόνου, όσο εκείνος αλώνιζε τους βυθούς.
Σήμερα όμως ήταν αλλιώς. Είχε λαδιά κι ήταν απάνεμο το αγκυροβόλι. Κανένα ρεύμα δεν απειλούσε να ξεσύρει την άγκυρα και κανένα κύμα να αναποδογυρίσει την βάρκα. Το γκρουπ κατάδυσης θα έλειπε τουλάχιστον για δύο ώρες, μπορούσε να κάνει μια γρήγορη βουτιά ως τον απέναντι όρμο, δίχως να την πάρει εκείνος χαμπάρι. Continue reading